ηρακλειτιστής

ηρακλειτιστής
ἡρακλειτιστής, ό (Α) [ηρακλειτίζω]
οπαδός τού Ηρακλείτου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ἡρακλειτιστής — follower of Heraclitus masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ПАВСАНИЙ —    • Pausanĭas,          Παυσανίας,        1. спартанец, назначенный после преждевременной смерти отца Клеомброта (480 г. до Р. X.) регентом по малолетству Плейстарха, сына Леонида; его часто неверно называют царем. В 479 г. он выступил против… …   Реальный словарь классических древностей

  • παυσανίας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Μακεδονίας (390 389 π.Χ.). Ήταν γιος του Λυγκηστού Αέροπου και εκθρονίστηκε από τον Αμύντα Γ’. 2. Γλύπτης και χαλκοπλάστης από την Απολλωνία. Είχε κατασκευάσει ένα αναμνηστικό ανάθημα, που είχε αφιερωθεί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”